...Μόλις σταμάτησα να παίζω πιάνο άκουσα μια αντρική φωνή «Μα, γιατί σταματήσατε; Παίζετε πολύ όμορφα. Παρακαλώ, συνεχίστε!». Έκπληκτη, γύρισα προς την πηγή της φιλοφρόνησης και αντίκρισα έναν άγνωστο άντρα. Με αυτή τη γρήγορη ματιά, παρατήρησα ότι ήταν μελαχρινός, ψηλός, ίσως όμορφος. Δεν ήξερα για ποιο λόγο βρισκόταν εδώ, στην κύρια αίθουσα του Ωδείου, μα δεν με ένοιαζε. Γνώριζα πολύ καλά ότι με το που ξεκινήσω να παίζω, πάλι θα βρεθώ πίσω στον δικό μου, προσωπικό κόσμο κι έτσι γύρισα στις παρτιτούρες μου.
...Συνήθως όταν έπαιζα το Πρελούδιο Νο 1 σε Ντο Ματζόρε του Μπαχ, βιαζόμουν. Ήθελα να ακουστεί ομοιόμορφη η μελωδία, χωρίς να χάσει ούτε λίγο από το νεύρο της, αλλά ήταν αισθητή η έλλειψη συναισθηματισμού. Το είχα ακούσει κι αλλιώς. Σιγά-σιγά η μία νότα διαδεχόταν την επόμενη και ο κάθε ένας χρωματισμός έδινε την αίσθηση ότι σου διηγούταν την δική του ιστορία. Μα, γιατί το ακούω και τώρα έτσι; Τα δάχτυλα μου είχαν ήδη ξεκινήσει την βόλτα τους πάνω στα ασπρόμαυρα μονοπάτια του ταλαιπωρημένου ξύλινου πιάνου. Είχαν αποφασίσει τα ίδια πως ο θεατής μου έπρεπε να το ακούσει έτσι.
...Αυτό που απολαμβάνω σ’ αυτή την ερμηνεία του κομματιού, είναι ότι μπορώ κατά την διάρκειά του να κλείσω τα μάτια μου και να ταξιδέψω. Οι εικόνες, τώρα, σχηματίζονται αβίαστα μπροστά μου. Τα χρώματα της ίριδας φαντάζουν λίγα για να τις περιγράψουν. Η φύση είναι ζωντανή και με καλωσορίζει στην αγκαλιά της. Ο ουρανός δεν είναι άπιαστος, αφού μπορώ αν θέλω να πετάξω ανάμεσα στα σύννεφά του. Μπορώ και να κολυμπήσω στον βυθό της θάλασσας για να δω τις σπάνιες ομορφιές του.
...Όμως, αυτή τη φορά δεν με συντροφεύει μόνο η μουσική. Δίπλα μου βρίσκεται η θολή όψη που μου έμεινε από τον θεατή μου. Πώς κατάφερε να επιβληθεί στα δάχτυλά μου και τώρα να είναι εδώ; Μόνο εγώ ήξερα τον δρόμο. Αλλά, δε με πειράζει καθόλου. Μου είναι πιο ευχάριστο να περπατάω με ένα χέρι πλεγμένο στο δικό μου ή να βουτάω στο βυθό ενώ ξέρω πώς κάποιος είναι στην αμμουδιά και περιμένει να του ανεβάσω έναν μικρό θησαυρό. Ακόμα και ο αέρας χαϊδεύει πιο γλυκά τα φτερά μου καθώς πετάω με εκείνον στο πλάι μου. Όλα είναι γεμάτα φως.
...Τα δάχτυλά μου αφήνουν την μελωδία να σβήσει. Πρέπει να ανοίξω τα μάτια μου και να αντικρύσω εκείνον που εισέβαλλε στο μυαλό μου. Όμως, δεν θέλω. Αυτό που είδα με κλειστά τα μάτια καθώς έπαιζα, είναι σίγουρα καλύτερο από οτιδήποτε θα μπορούσε να ακολουθήσει μετά την επιστροφή μου στην πραγματικότητα. Γιατί να χαλάσω το τέλειο; Γιατί να καταστρέψω κάτι αψεγάδιαστο; Άλλωστε, αυτό το πρελούδιο του Μπαχ θα είναι πάντα εκεί για να μου το θυμίζει.
...Συνήθως όταν έπαιζα το Πρελούδιο Νο 1 σε Ντο Ματζόρε του Μπαχ, βιαζόμουν. Ήθελα να ακουστεί ομοιόμορφη η μελωδία, χωρίς να χάσει ούτε λίγο από το νεύρο της, αλλά ήταν αισθητή η έλλειψη συναισθηματισμού. Το είχα ακούσει κι αλλιώς. Σιγά-σιγά η μία νότα διαδεχόταν την επόμενη και ο κάθε ένας χρωματισμός έδινε την αίσθηση ότι σου διηγούταν την δική του ιστορία. Μα, γιατί το ακούω και τώρα έτσι; Τα δάχτυλα μου είχαν ήδη ξεκινήσει την βόλτα τους πάνω στα ασπρόμαυρα μονοπάτια του ταλαιπωρημένου ξύλινου πιάνου. Είχαν αποφασίσει τα ίδια πως ο θεατής μου έπρεπε να το ακούσει έτσι.
...Αυτό που απολαμβάνω σ’ αυτή την ερμηνεία του κομματιού, είναι ότι μπορώ κατά την διάρκειά του να κλείσω τα μάτια μου και να ταξιδέψω. Οι εικόνες, τώρα, σχηματίζονται αβίαστα μπροστά μου. Τα χρώματα της ίριδας φαντάζουν λίγα για να τις περιγράψουν. Η φύση είναι ζωντανή και με καλωσορίζει στην αγκαλιά της. Ο ουρανός δεν είναι άπιαστος, αφού μπορώ αν θέλω να πετάξω ανάμεσα στα σύννεφά του. Μπορώ και να κολυμπήσω στον βυθό της θάλασσας για να δω τις σπάνιες ομορφιές του.
...Όμως, αυτή τη φορά δεν με συντροφεύει μόνο η μουσική. Δίπλα μου βρίσκεται η θολή όψη που μου έμεινε από τον θεατή μου. Πώς κατάφερε να επιβληθεί στα δάχτυλά μου και τώρα να είναι εδώ; Μόνο εγώ ήξερα τον δρόμο. Αλλά, δε με πειράζει καθόλου. Μου είναι πιο ευχάριστο να περπατάω με ένα χέρι πλεγμένο στο δικό μου ή να βουτάω στο βυθό ενώ ξέρω πώς κάποιος είναι στην αμμουδιά και περιμένει να του ανεβάσω έναν μικρό θησαυρό. Ακόμα και ο αέρας χαϊδεύει πιο γλυκά τα φτερά μου καθώς πετάω με εκείνον στο πλάι μου. Όλα είναι γεμάτα φως.
...Τα δάχτυλά μου αφήνουν την μελωδία να σβήσει. Πρέπει να ανοίξω τα μάτια μου και να αντικρύσω εκείνον που εισέβαλλε στο μυαλό μου. Όμως, δεν θέλω. Αυτό που είδα με κλειστά τα μάτια καθώς έπαιζα, είναι σίγουρα καλύτερο από οτιδήποτε θα μπορούσε να ακολουθήσει μετά την επιστροφή μου στην πραγματικότητα. Γιατί να χαλάσω το τέλειο; Γιατί να καταστρέψω κάτι αψεγάδιαστο; Άλλωστε, αυτό το πρελούδιο του Μπαχ θα είναι πάντα εκεί για να μου το θυμίζει.
Ιωάννα Κ.
glenn gould playing it....